Η Οικολογική Παρέμβαση Ηρακλείου, στο πλαίσιο των σκοπών της, παρακολουθεί στενά όλα αυτά τα χρόνια τις ατελέσφορες ενέργειες της Πολιτείας και της τοπικής αυτοδιοίκησης χωρίς να μπορεί να μπει μια τάξη στην, άναρχα αναπτυσσόμενη τα τελευταία σαράντα χρόνια, επικράτεια του νησιού. Ταυτόχρονα, βρίσκεται σε ετοιμότητα και αντιμετωπίζει, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της, πιθανές και πραγματικές περιπτώσεις καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος και βεβήλωσης του κρητικού τοπίου, που ενσκήπτουν μέσα από την πρόθεση ιδιωτών ή και δημόσιων φορέων να υλοποιήσουν χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό και χωρίς επαρκή τεκμηρίωση μη αναστρέψιμα έργα και υποδομές σε διάφορες περιοχές της Κρήτης.
Συμμετέχοντας ενεργά στην προσπάθεια βελτίωσης της ποιότητας ζωής των κατοίκων, στη διάσωση και διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος, του τοπίου και του πολιτισμικού κεφαλαίου του νησιού, κατέθεσε τον Φεβρουάριο του 2013 τα σχόλιά της επί της Α’ φάσης Αξιολόγησης για την Αναθεώρηση του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΠΠΧΣΑΑ) της Περιφέρειας Κρήτης. Δύο χρόνια μετά, ερχόμαστε ξανά να σχολιάσουμε τη Β’ φάση Αναθεώρησης και Εξειδίκευσης του ΠΠΧΣΑΑ Κρήτης, που βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε διαβούλευση. Διαβούλευση που όπως και η προηγούμενη, βρίσκεται υπό πίεση χρόνου και μάλιστα χωρίς σαφή δικαιολογία.
Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι σε μεγάλο βαθμό η ομάδα μελέτης δεν έλαβε υπόψη της τις αιτιάσεις φορέων και συλλόγων που κατέθεσαν σχόλια και παρατηρήσεις στη διαβούλευση της Α’ φάσης, ως προς συγκεκριμένα σχέδια. Και αυτό φαίνεται από την εμμονή του σχεδιασμού να περιλαμβάνει και στη Β’ φάση, χωροθετήσεις έργων όπως το αεροδρόμιο Καστελλίου χωρίς την αναβάθμιση του αεροδρομίου Ν. Καζαντζάκης, πλήθος επιβαρυντικών για την τοπική οικονομία και το περιβάλλον δραστηριοτήτων στον κόλπο της Μεσαράς, ενεργειακούς κόμβους μαζί με μεγάλες εκτάσεις καλυμμένες από βιομηχανικής κλίμακας ΑΠΕ, ιδιωτικές πολεοδομήσεις μέσα σε προστατευόμενες περιοχές και άλλα.
Η δεύτερη διαπίστωση είναι ότι η ομάδα μελέτης, παρά τις όποιες δικαιολογίες, δεν κατάφερε να ξεπεράσει το σκόπελο του «καπελώματος» του περιφερειακού σχεδιασμού από τα ειδικά χωροταξικά και τις μνημονιακές δεσμεύσεις, υπονομεύοντας ταυτόχρονα τις όποιες θετικές προσπάθειες της τοπικής αυτοδιοίκησης να βάλει τάξη στις χωρικές ενότητες των δήμων μέσω των θεσμοθετημένων ΣΧΟΑΑΠ.
Η τρίτη διαπίστωση είναι ότι ενώ η προστασία του περιβάλλοντος, του πολιτιστικού κεφαλαίου και του τοπίου αποτελούν ευρωπαϊκές δεσμεύσεις της χώρας και σημαία του περιφερειακού σχεδιασμού, αυτό στην πραγματικότητα δεν αποτυπώνεται στην ουσία της μελέτης, δηλαδή στο Σχέδιο Υπουργικής Απόφασης (τεύχος 10).
Η τέταρτη διαπίστωση είναι ότι παρά το ότι ο σχεδιασμός γίνεται με ορίζοντα 15ετίας, οι παρόντες ρυθμοί ανάπτυξης της εθνικής και τοπικής οικονομίας, του πληθυσμού, του τουρισμού και του προσανατολισμού της κοινωνίας, δεν δικαιολογούν τις τόσο μεγαλεπήβολες και δεσμευτικές προτάσεις του.
Η πέμπτη διαπίστωση είναι ότι, ενώ είναι γνωστή και στηλιτεύεται μέσα στα κείμενα της μελέτης η «άμετρη κατανάλωση του χώρου» και η αναγκαιότητα «αλλαγής προτύπου κατανάλωσης του χώρου», η μελετητική ομάδα, παρά τις όποιες προθέσεις της, δεν κατόρθωσε να κάνει την υπέρβαση, να εναρμονίσει δηλαδή το αναπτυξιακό όραμα με τη φέρουσα ικανότητα του νησιού.
Η έκτη διαπίστωση είναι ότι, ενώ είναι ευρέως αποδεκτή η εμφάνιση επιπτώσεων εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, τόσο στα παράκτια οικοσυστήματα, όσο και στα χερσαία και ορεινά, ο προτεινόμενος σχεδιασμός αντίκειται έως και εκμηδενίζει την όποια πιθανότητα ανάταξης των επιπτώσεων αυτών στο μέλλον. Όλο σχεδόν το παράλιο μέτωπο θεωρείται χώρος τουριστικής ανάπτυξης (ήπιας ή συμβατικής) και υποδομών ενέργειας/μεταφορών, για τον οποίο όχι μόνο δεν προβλέπεται κανένας σχεδιασμός ανάσχεσης της διάβρωσης των ακτών, αλλά χωροθετούνται νέα μεγαλύτερα και καταστροφικότερα έργα. Καμία πρόβλεψη δε και σχεδιασμός δεν γίνεται στον χερσαίο χώρο για την ανάσχεση του φαινομένου της ερημοποίησης.
Τελευταία και πιο σημαντική διαπίστωση είναι ότι αντί στο νέο σχεδιασμό να ξεκαθαρίζει το τοπίο των χρήσεων γης και να μπαίνει τάξη στην χωροταξική αναρχία του νησιού, καταβάλλεται προσπάθεια να χωρέσουν μέσα στις ίδιες ή όμορες χωρικές ενότητες, ΟΛΕΣ οι υπάρχουσες αλλά και προβλεπόμενες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, οι περισσότερες από τις οποίες είναι αλληλοσυγκρουόμενες!
Τελικό αποτέλεσμα, η αποτύπωση σε ένα χάρτη-χαρτί υποδομών, αστικών κέντρων, κτιρίων, εργοστασίων, λατομείων, αεροδρομίων, λιμανιών, χωματερών, δρόμων, καλωδίων, διαμετακομιστικών κέντρων, ξενοδοχείων και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί ένας χωροτάκτης, αλλά ελάχιστα έως καθόλου η αποτύπωση του φυσικού περιβάλλοντος του νησιού, της πρωτογενούς παραγωγής, των τοπίων και πολιτισμικών καλλονών του, της καθημερινότητας των κατοίκων του.
Εν κατακλείδι, η Οικολογική Παρέμβαση Ηρακλείου προτείνει την απόσυρση της παρούσας μελέτης μέχρι νεοτέρας και την έναρξη ουσιαστικού διαλόγου για ικανό χρονικό διάστημα, μεταξύ τοπικής αυτοδιοίκησης, επιστημονικών και ιδιωτικών φορέων, εκπαιδευτικών και ερευνητικών ιδρυμάτων, φορέων παραγωγικών τάξεων και κατοίκων του νησιού προκειμένου να συναποφασίσουμε ΟΛΟΙ πως θέλουμε πραγματικά να αναπτυχθεί η περιφέρεια και ο τόπος μας και εν τέλει το κοινό μας μέλλον.
Δεν φτάνει μόνο ο χάρτης και ο μπούσουλας για να φτάσεις στον προορισμό σου. Απαιτείται κοινή διάθεση και όραμα, διάλογος και συναίνεση, για να κάνεις το μεγάλο ταξίδι της ανατροπής.
Σχολιασμός στα σημεία:
Σε όλο το ΠΠΧΣΑΑ υπάρχουν αντιφάσεις αγεφύρωτες αλλά και πλήθος ατεκμηρίωτων ή μη αιτιολογημένων αποφάσεων και χωροθετήσεων. Ενδεικτικά:
1. Εξορύξεις, αγωγοί, νότια Κρήτη, Μεσαρά.
Αναφέρεται ότι επιδιώκεται η ενεργή συμμετοχή της Περιφέρειας στην προώθηση της κατασκευής του αγωγού Φυσικού Αερίου από Κύπρο-Ισραήλ μέσω Κρήτης με προορισμό την ηπειρωτική Ελλάδα και την ΕΕ. Εμπλέκει σε αυτό το σχέδιο τον Αθερινόλακκο αλλά και τον κόλπο της Μεσαράς. Θεωρεί επίσης δεδομένο ότι θα πραγματοποιηθούν τα σχέδια για άντληση φυσικού αερίου και πετρελαίου στις θάλασσες της νότιας Κρήτης. Η διεθνής εμπειρία έχει δείξει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι εξορύξεις υδρογονανθράκων από το βυθό της θάλασσας, οι θαλάσσιες και χερσαίες εγκαταστάσεις που τις συνοδεύουν καθώς και οι μεταφορές -αποθήκευση των καυσίμων απειλούν ευθέως την ποιότητα του θαλάσσιου και παράκτιου περιβάλλοντος. Αντίστοιχα, οι επιπτώσεις στον τουρισμό, την αλιεία και γενικά στην τοπική οικονομία και ποιότητα ζωής θα είναι μη αναστρέψιμες. Τέτοια σχέδια φυσικά αντιφάσκουν με την ρητή δέσμευση που διατυπώνεται αλλού στο ΠΠΣΧΑΑ για «προστασία του θαλάσσιου χώρου της ΕΕ και αντιμετώπιση των φαινομένων της κλιματικής αλλαγής, ειδικά για τις παράκτιες ζώνες»
Το ΠΠΧΣΣΑ προβλέπει την «Λιμενική Πύλη του Νότου» με εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης των εξορύξεων υδρογονανθράκων, επαναφέρει το φάντασμα του διαμετακομιστικού σταθμού και προσθέτει τους αγωγούς φυσικού αερίου, υποδομές εξυπηρέτησης των θαλάσσιων εγκαταστάσεων εξόρυξης και υποδομές τροφοδοσίας πλοίων. Λιμενικές εγκαταστάσεις που υποτίθεται ότι θα ενταχθούν στο σύστημα του Μεσογειακού διαδρόμου θαλάσσιων μεταφορών Γιβραλτάρ - Μάλτα - Σουέζ. Ανάμεσα σε όλα αυτά τα βιομηχανικά τέρατα προσθέτει και ένα λιμάνι για τουρισμό κρουαζιέρας! Είναι τελείως άτοπα όλα αυτά, καθώς ο Μεσογειακός αυτός διάδρομος περνά πολύ νοτιότερα από την Κρήτη και δεν αναμένεται να μεταβληθεί παρά μόνο στο, απίθανο με τα σημερινά δεδομένα, σενάριο να μεταβληθούν οι στρατηγικές ισορροπίες μεταξύ των μεγάλων χωρών-παικτών της ναυτιλίας και των θαλάσσιων μεταφορών και να προχωρήσει η εξόρυξη υδρογονανθράκων και οι αγωγοί φυσικού αερίου από Ισραήλ-Κύπρο. Υποθετικά σενάρια τεράστιου οικονομικού και περιβαλλοντικού κόστους τα οποία απευχόμαστε.
Ένα λιμάνι υποδοχής κρουαζιέρας αποτελεί αντίφαση με τη βιομηχανοποίηση του τοπίου. Ακόμα όμως και χωρίς τη βιομηχανοποίηση δεν είμαστε βέβαιοι ότι μπορούμε να το υποστηρίξουμε διότι είναι ατεκμηρίωτος στόχος και πρόκειται για τόσο μεγάλο έργο που επίσης θα σήμαινε την καταστροφή του κόλπου και είναι πολύ πιθανό να μην είναι βιώσιμο οικονομικά.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι συμφωνούμε με μεγάλο μέρος των παρατηρήσεων που έχουν διατυπώσει οι φορείς του πρώην δήμου Τυμπακίου και συγκεκριμένα ότι στο ΠΠΣΧΑΑ δεν γίνεται καμία αναφορά στο υφιστάμενο λιμάνι στον Κόκκινο Πύργο, στις πολύ σημαντικές για την τοπική οικονομία καλλιέργειες της πεδιάδας και στους παραδοσιακούς οικισμούς. Δεν αναφέρεται το γεγονός ότι η παραλία του Κομμού είναι τόπος αναπαραγωγής της θαλάσσιας χελώνας, ότι στα απέναντι νησάκια Παξιμάδια ζει προστατευόμενο είδος φώκιας. Προσθέτουμε ότι στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή ζει η φάλαινα Μεσογειακός Φυσητήρας και πολλά άλλα προστατευόμενα θαλάσσια είδη που βρίσκουν καταφύγιο στα καθαρά νερά.
Αντί να γίνεται σχεδιασμός με βάση τα παραπάνω και τα άλλα, πολλά και σημαντικά φυσικά, αρχαιολογικά και πολιτιστικά πλεονεκτήματα του τόπου, αντί να περιλάβει όλη την περιοχή στις ζώνες ήπιας τουριστικής ανάπτυξης και δραστηριοτήτων του πρωτογενή τομέα προωθείται ένας από τα πάνω σχεδιασμός με σκοπό να τη μετατρέψει σε βιομηχανική περιοχή με δραματικές επιπτώσεις και κανένα όφελος για την τοπική κοινωνία. Οι φορείς του Τυμπακίου και της Αγίας Γαλήνης αντιπροτείνουν ήπια τουριστική ανάπτυξη, προστασία και ανάδειξη του πολιτιστικού κεφαλαίου της περιοχής, ποιοτική γεωργία, προστασία του ιχθυαποθέματος, προστασία της παραδοσιακής κτηνοτροφίας και αντιμετώπιση της ερημοποίησης.
2. Ενέργεια:
Στο ΠΠΧΣΑΑ για την «Ελεγχόμενη ανάπτυξη πιλοτικών και παραγωγικών εφαρμογών ΑΠΕ στην Κρήτη» αν και αναφέρεται ότι «υποστηρίζονται μόνον όσες δράσεις πληρούν τις προϋποθέσεις για εξασφάλιση συνθηκών βιώσιμης ανάπτυξης και διαθέτουν αξιόπιστο περιβαλλοντικό υπόβαθρο», στην πραγματικότητα «εκτιμάται ότι η ενέργεια από ΑΠΕ θα παράγεται πλέον σε χωρικές συγκεντρώσεις αρκετά μεγαλύτερης κλίμακας». Για το σκοπό αυτό χωροθετούνται οι 8 μεγάλες περιοχές συγκέντρωσης ΑΠΕ. Ωστόσο και αυτό φαίνεται να αναιρείται αφού «η παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ χωροθετείται στις ευρύτερες ζώνες των ενεργειακών κόμβων, στις κεφαλές των μεγάλων φραγμάτων και εντός των ορίων ευρέων χωρικών ενοτήτων, ενώ η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) κατοχυρώνει θεσμικά το ασφαλές ανώτατο όριο παραγωγής ενέργειας ανά Περιφέρεια». Αναφέρεται επίσης ότι «η υποστήριξη του στόχου επιβάλλει τη διασύνδεση της Κρήτης με την ηπειρωτική χώρα -με βύθιση ενός ή δυο καλωδίων, ...για των οποίων τη θέση προκρίνονται εκείνες πλησίον των δυο νέων Ενεργειακών Κόμβων, στον Κορακιά Ηρακλείου και στην ευρύτερη περιοχή περί το Μαράθι Χανίων». Κάθε παράγραφος αναιρεί την άλλη. Άλλωστε παραγωγή 2.500 ΜW και διπλή καλωδιακή σύνδεση δεν είναι «πιλοτική» αλλά καθαρά παραγωγική εφαρμογή.
Εκτός αυτού, η διατύπωση για τη χωροθέτηση εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας «στις κεφαλές των φραγμάτων για την ενεργειακή αξιοποίηση των ταμιευτήρων για την ενεργειακή αξιοποίηση των ταμιευτήρων που υλοποιήθηκαν και αυτών που πρόκειται να υλοποιηθούν (αιολικά πάρκα και συστήματα άντλησης /ταμίευσης)» είναι πολύ ασαφής καθώς τα φράγματα δεν αποτελούν από μόνα τους αντλησιοταμιευτήρες και χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη παρέμβαση με μη αναστρέψιμες επιπτώσεις.
Αλλού πάλι αναφέρεται ότι υλοποιούνται εγκαταστάσεις αξιοποίησης όλων των μορφών ΑΠΕ μεταξύ των οποίων και η ενεργειακή αξιοποίηση των αστικών απορριμμάτων. Σε άλλο σημείο όμως δηλώνεται ρητώς ότι υιοθετείται το «Περιφερειακό Σχέδιο Διαχείρισης Απορριμμάτων Κρήτης», όπου φυσικά δεν αναφέρεται πουθενά «ενεργειακή αξιοποίηση απορριμμάτων». Το ίδιο ισχύει και για την «άντληση-ταμίευση νερών με χρήση ΑΠΕ και συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής» πράγμα που δεν αναφέρεται στο Σχέδιο Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Περιφέρειας Κρήτης και το οποίο γενικώς δεν φαίνεται να έχουν λάβει υπόψη οι μελετητές.
Και εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι συμφωνούμε με μεγάλο μέρος των παρατηρήσεων που έχει ήδη διατυπώσει το Παγκρήτιο Δίκτυο Αγώνα Κατά των Βιομηχανικών ΑΠΕ. Γενικά αμφισβητούμε τον στρατηγικό στόχο της μετατροπής της Κρήτης σε ενεργειακό κέντρο διότι αυτό σημαίνει την κατασκευή υπερβολικά πολλών και μεγάλων έργων αντλησιοταμίευσης, ηλιοθερμικών εγκαταστάσεων και βιομηχανικών αιολικών πάρκων πάνω στις βουνοκορφές της Κρήτης, όπως τα έχουμε γνωρίσει από τα σχέδια της ΡΑΕ και των επενδυτών. Πρόκειται για έργα με πολύ σοβαρές και συχνά μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στο περιβάλλον, στο τοπίο και στους φυσικούς πόρους του νερού και του εδάφους. Η κλίμακα και μόνο αλλά και η ποιότητα των έργων αυτών ακυρώνει τον σκοπό της προστασίας του περιβάλλοντος και το στόχο για εξοικονόμηση ενέργειας. Δεν είμαστε πεισμένοι ότι είναι αναγκαίος ο ρόλος τους για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με τις τοπικές δραστηριότητες του τουρισμού και της πρωτογενούς παραγωγής.
Αντίθετα είναι πολύ πιο ελκυστικό ένα φιλόδοξο πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας που θα περιλαμβάνει ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων, φωτοβολταϊκά στις στέγες και άλλες μορφές ΑΠΕ για αυτοπαραγωγή και διάχυση της παραγωγή ενέργειας που πραγματικά θα εγγυάται την δυνατότητα να προστατέψουμε αποτελεσματικά το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους και να υποστηρίξουμε τις ήπιες μορφές τουρισμού και την ποιοτική πρωτογενή παραγωγή. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο δεν αποκλείουμε τη σύνδεση με την ηπειρωτική Ελλάδα με καλώδιο με τον όρο να είναι δημοσίου συμφέροντος και η χωρητικότητά του να είναι επαρκής μέχρι του σημείου να εγγυηθεί την εξισορρόπηση του συστήματος για την καλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ, την υποβάθμιση σε ψυχρή εφεδρεία των τριών θερμικών εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής και το σταδιακό κλείσιμο όσων από αυτά λειτουργούν με παλιά ενεργοβόρα τεχνολογία.
3. Αεροδρόμια-αερομεταφορές
Χωρίς να γίνεται καμία προσπάθεια τεκμηρίωσης της σκοπιμότητας και χωρίς καμία περαιτέρω ανάλυση, αναφέρεται απλά ότι η υλοποίηση του έργου του νέου αεροδρομίου στο Καστέλλι -με τους όρους της ΜΠΕ- αποτελεί «βασικό στόχο». Είναι αξιοσημείωτο ότι το έργο αυτό στηρίζεται μόνο σε μια ατεκμηρίωτη ιδέα που αποφασίστηκε σε πολιτικό επίπεδο χωρίς καμία επιστημονική βάση. Αν και πρόκειται για το δεύτερο σε κίνηση αεροδρόμιο της χώρας και ένα εξαιρετικά ακριβό και πολύπλοκο έργο, δεν έγινε ποτέ μια αναγνωριστική μελέτη ούτε η απαραίτητη μελέτη σκοπιμότητας και βιωσιμότητας του εγχειρήματος, δεν έχει κανένα στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης ούτε κάποια κοστολόγηση της λειτουργίας του, δεν έχει ούτε τεχνικές μελέτες και πολλές άλλες βασικές ελλείψεις.
Αλλού, σύμφωνα με τους στρατηγικούς στόχους που διατυπώνονται είναι απαραίτητο «...με τους σημερινούς περιορισμένους πόρους, να ολοκληρωθεί το σύστημα των μεταφορικών ροών (οδικές, θαλάσσιες και αεροπορικές) σε διαπεριφερειακό και ενδοπεριφερειακό επίπεδο ώστε να συλλειτουργήσει και να αποκτήσει διεθνή σημασία». Παρακάτω διατυπώνεται ρητά η λογική σκέψη ότι πρέπει «να συλλειτουργούν σε μόνιμη βάση τα αεροδρόμια Χανίων, Ηρακλείου και Σητείας προκειμένου να αποφορτιστεί το Ηράκλειο και να υπάρξει ορθολογικότερη κατανομή των αφίξεων/αναχωρήσεων επισκεπτών σε μεγαλύτερο γεωγραφικό εύρος στο νησί». Είναι προφανές ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί πολύ πιο άμεσα με την λειτουργική και περιβαλλοντική αναβάθμιση του αεροδρομίου Ηρακλείου και με την εγκατάλειψη του σχεδίου να κατασκευαστεί νέο αεροδρόμιο στο Καστέλλι. Από τη μια θα πάψει η αέναη ομηρία που μας έχουν επιβάλει οι ανέξοδες εξαγγελίες και από την άλλη θα εξοικονομηθούν τεράστιοι πόροι για την βελτίωση και ολοκλήρωση των οδικών αρτηριών που αποτελούν νευραλγικό κομμάτι του συστήματος μεταφορών.
Έχουν περάσει σχεδόν 22 χρόνια από το 1993 όταν άρχισε να σχεδιάζεται η λειτουργική και περιβαλλοντική αναβάθμιση του αεροδρόμιου στο Ηράκλειο και 12 χρόνια από το 2003 όταν εγκαταλείφθηκε το -ώριμο τότε- έργο του λοξού διαδρόμου και αναγγέλθηκε το νέο αεροδρόμιο στο Καστέλλι. Από τότε μέχρι σήμερα -και ποιος ξέρει για ακόμα πόσο- οι κάτοικοι του δήμου Μινώα Πεδιάδας, οι κάτοικοι της Νέας Αλικαρνασσού και του Ηρακλείου και το ίδιο το αεροδρόμιο Νίκος Καζαντζάκης βρίσκονται σε μια ιδιότυπη ομηρία. Ενώ αυξάνεται η κίνηση και οι ανάγκες του αεροδρομίου και η κατάσταση κάθε καλοκαίρι φτάνει στο απροχώρητο, καμία βελτίωση δεν γίνεται στις υποδομές και στα χαρακτηριστικά του και καμία ουσιαστική πρόοδος δεν σημειώνεται στην κατασκευή του νέου αεροδρομίου στο Καστέλλι.
Σήμερα, από τη μια έχουν πολλαπλασιαστεί οι φωνές της λογικής που κρίνουν το σχεδιαζόμενο έργο ως ατεκμηρίωτο, ασύμφορο και με τεράστιο περιβαλλοντικό κόστος και από τη άλλη η μακρά οικονομική κρίση έχει σημάνει την υποχώρηση στα μεγέθη και στις υπερβολές του παρελθόντος. Έτσι, παρά τις επαναλαμβανόμενες εξαγγελίες από τον εκάστοτε αρμόδιο υπουργό, απομακρύνεται όλο και περισσότερο το ενδεχόμενο να πραγματοποιηθεί αυτό το έργο.
Στο σχέδιο Αναθεώρησης του ΠΠΧΣΑΑ αναφέρεται χαρακτηριστικά: «...Οι ενέργειες για την επέκταση του διεθνούς αεροδρομίου Χανίων ... καθώς και για τη δημιουργία του νέου διεθνούς αεροδρομίου Ηρακλείου στο Καστέλι έχουν δρομολογηθεί, αλλά η πραγματοποίηση των έργων δεν αναμένεται να ολοκληρωθεί κατά την τρέχουσα προγραμματική περίοδο, όμως τεκμηριώνεται η ανάγκη να καταβληθούν προσπάθειες για να προωθηθούν αποτελεσματικά, ώστε να καταστεί δυνατή η ουσιαστική συλλειτουργία τους και να απαλλαγεί το αστικό κέντρο του Ηρακλείου από την ιδιαίτερα σοβαρή όχληση...».
Σήμερα το αεροδρόμιο της Σητείας είναι καλύτερο λειτουργικά από αυτό του Ηρακλείου και αύριο το ίδιο θα είναι και το αεροδρόμιο Χανίων που αναβαθμίζεται σε διεθνές. Το αν συνεχίζει το αεροδρόμιο Ν. Καζαντζάκης να λειτουργεί με ασφάλεια και να τα βγάζει πέρα κάθε καλοκαίρι αυτό οφείλεται μόνο στο φιλότιμο και τις προσπάθειες των εργαζομένων. Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε υποσχεθεί 20.000.000 ευρώ για τη στοιχειώδη βελτίωση του αεροδρομίου αλλά αποδείχτηκε τελικά ότι ήταν υπόσχεση χωρίς αντίκρισμα αφού δεν εγγράφηκε στον προϋπολογισμό.
Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό -είτε θεωρούν ότι το έργο του αεροδρομίου στο Καστέλι είναι φούσκα είτε όχι και ανεξάρτητα από το αν στο ΠΠΧΣΑΑ εγγράφεται η πρόθεση να κατασκευαστεί- είναι να παραμείνει το αεροδρόμιο Ν. Καζαντζάκης στο χωροταξικό και να προβλεφτεί ρητά και κατηγορηματικά ότι πρέπει να αναβαθμιστεί επειγόντως ώστε να λειτουργήσει αποτελεσματικά σε συνδυασμό με τα άλλα αεροδρόμια του νησιού και να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα των αερομεταφορών.
4. Προστατευόμενες περιοχές και προστασία Τοπίου
Σχετικά με τις «περιοχές με φέρουσα ικανότητα φυσικού και πολιτιστικού κεφαλαίου», η Β’ φάση δεν έχει διαφοροποιηθεί ως προς την Α’, παρά τις όποιες επισημάνσεις και αντιρρήσεις είχαν κατατεθεί. Σύμφωνα με το σχεδιασμό, οι νέες χωρικές ενότητες «προστασίας» είναι συνολικά εννέα με αρκετά πιο περιορισμένη έκταση από τις έως τώρα θεσμοθετημένες με τον ισχύον ΠΠΣΧΑΑ, όπως οι ίδιοι μελετητές παραδέχονται, με το αιτιολογικό ότι θα υπάρχει μεγαλύτερη δυνατότητα άσκησης των πρόσφορων πολιτικών, δεδομένου ότι την 12ετία 2000-2012 η άσκησή τους κρίνεται ότι ήταν απολύτως ελλειμματική! Δηλαδή η μελετητική ομάδα θεωρεί ότι οι πρόσφορες πολιτικές δεν ασκήθηκαν ως έπρεπε στο παρελθόν, λόγω της μεγάλης έκτασης των περιοχών φυσικού και πολιτιστικού κεφαλαίου! Η υποχώρηση στους στόχους προστασίας αντίκειται στην εναρμονισμένη από το Ελληνικό Δίκαιο (Ν. 3827/2010) Ευρωπαϊκή Σύμβαση για το Τοπίο που υπογράφηκε στη Φλωρεντία στις 20.10.2000.
Παραμένει τελείως ακατανόητος ο τρόπος επιλογής των χωρικών αυτών ενοτήτων, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι καλύπτει σχεδόν όλα τα οικιστικά σύνολα του βόρειου και του νότιου άξονα (!) ενώ δεν περιλαμβάνει ορεινές, ημιορεινές και θαλάσσιες περιοχές της υπαίθρου του νησιού, μεταξύ των οποίων τοπία ιδιαίτερης οικολογικής και πολιτισμικής αξίας, όπως τα Όρη Ζάκρου, τα οποία η μελέτη θεωρεί «Χωρική Ενότητα ιδιαιτέρως υποβαθμισμένου τοπίου»! Για να γίνει κατανοητή η σχετική αντίφαση, για το σύνολο της συγκεκριμένης περιοχής έχει υλοποιηθεί ευρωπαϊκό πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου εκπονήθηκαν διαχειριστικά σχέδια και για την οποία έχει κατατεθεί πρόταση ένταξής της στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκτυο Γεωπάρκων!
Επίσης χαρακτηριστικό παράδειγμα αντίφασης, η ευρύτερη περιοχή της εκβολής Γεροπόταμου (επίσης Natura 2000), όπου η μισή εντάσσεται στην κατηγορία «Χωρική Ενότητα ιδιαιτέρως υποβαθμισμένου τοπίου», η άλλη μισή στις «Προτεινόμενες Ζώνες Τοπίου», στο σύνολό τους οι εκβολές θεωρούνται «Παράκτιες περιοχές υψηλής επισκεψιμότητας, με σημαντικής κλίμακας ανατροπή του τοπίου» και «Περιοχή Δικτύου Πολιτιστικής Κληρονομίας και φυσικής κληρονομιάς». Την Εκβολή Γεροπόταμου έρχεται να προστατέψει ο νέος σχεδιασμός, προβλέποντας τη χωροθέτηση του «διαμετακομιστικού και τουριστικού λιμένα Τυμπακίου»! (αναλυτικότερα στις παρατηρήσεις το θέματος 1. Εξορύξεις, αγωγοί, νότια Κρήτη, Μεσαρά).
Παρόμοια κατάσταση συναντάμε και στην περίπτωση της ενότητας τοπίου 1 (Κάβο Σίδερο, Βάι), όπου παρά το πλήθος των προστατευταίων διεθνούς και εθνικής εμβέλειας (Natura 2000, πλήθος αρχαιολογικών χώρων, Αισθητικό Δάσος του Βάι κ.λπ.), το Σχέδιο Υπουργικής Απόφασης αποδέχεται σιωπηρά τη χωροθέτηση του άλλου μεγάλου επενδυτικού τέρατος των 2000 και πλέον κλινών (ιδιωτική αγγλική τουριστική επένδυση Κάβο Σίδερο με όρους ιδιωτικής πολεοδόμησης!).
Η αναφορά στην ανάγκη σύστασης Φορέων Διαχείρισης, σύμφωνα και με τον Ν. 3937/2011 είναι ανεπαρκής και επιφανειακή. Στο κείμενο προτείνεται η σύσταση «περιορισμένου αριθμού Περιφερειακών Διαχειριστικών Φορέων». Με δεδομένο ότι η Κρήτη διαθέτει 53 συνολικά προστατευόμενες περιοχές NATURA 2000, αρκετές από τις οποίες αλληλεπικαλύπτονται, με σημαντική διαφοροποίηση ως προς τις μορφολογικές, οικολογικές αλλά και ανθρωπογενείς τους ιδιαιτερότητες, η μελέτη θα έπρεπε να θέτει επιτακτικά την ανάγκη ίδρυσης των απαραίτητων Φορέων Διαχείρισης ανάλογα με τις ανάγκες της εκάστοτε προστατευόμενης χωρικής ενότητας, και όχι «περιορισμένο αριθμό». Αντίθετα, εντάσσει τις περισσότερες από αυτές στις «Προτεινόμενες Ζώνες Τοπίου», κάποιες άλλες τις χαρακτηρίζει ως «Χωρικές Ενότητες ιδιαιτέρως υποβαθμισμένων τοπίων» εντελώς αναιτιολόγητα και κάποιες άλλες που θεωρούνται σημαντικοί τόποι διατήρησης του φυσικού κεφαλαίου και πόλοι έλξης για εξειδικευμένο εναλλακτικό τουρισμό, τις χαρακτηρίζει απλώς ως «φυσική κληρονομιά». Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα Όρη της Θρυπτής.
Από τη μελέτη προβλέπεται να υπάρξει πιλοτική εφαρμογή ολοκληρωμένης προγραμματικής παρέμβασης (Τεύχος 5, Β.1.1.στ.2) στη βάση της διαδρομής που διασχίζει το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4, την οποία χαρακτηρίζει «ραχοκοκαλιά και ενοποιητικό στοιχείο» με την αιτιολογία της πυκνότητας της παρουσίας στοιχείων φυσικού/πολιτιστικού περιβάλλοντος. Στην πραγματικότητα το ευρωπαϊκού πράγματι ενδιαφέροντος μονοπάτι, μακράν απέχει να χαρακτηριστεί «ραχοκοκαλιά και ενοποιητικό στοιχείο», όπως μπορεί εύκολα να διαπιστώσει κάποιος μελετώντας τον συνοδευτικό Χάρτη 5. Για τη συγκεκριμένη παρέμβαση προβλέπεται χρηματοδότηση 38,5 εκατ. τα επόμενα 15 χρόνια προκειμένου μεταξύ άλλων «να ενισχυθούν γεωργοκτηνοτρόφοι για να μετατρέψουν τα εντός των εγκαταλειμμένων σήμερα οικισμών παραδοσιακά κτίσματά τους σε αγροτουριστικά καταλύματα» αλλά και «να προωθηθούν και αντιμετωπιστούν τα προβλήματα των περιοχών από τις οποίες διέρχεται και θεωρούνται ως ιδιαιτέρως υποβαθμισμένα τοπία»!
Προτείνονται δε κατά μήκος του διάφορες δραστηριότητες αλλά δεν προσδιορίζεται το είδος των χωρικών δράσεων και ποιοι είναι οι πιθανοί μελλοντικοί πόλοι ανάπτυξης πάνω ή γύρω από αυτό.
Για τις περιοχές του Δικτύου Natura 2000, το μεγαλύτερο μέρος των εκπονημένων Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών και των Σχεδίων Διαχείρισης, που ορθώς η ομάδα προτείνει την άμεση θεσμοθέτησή τους, θέλουν επικαιροποίηση, τόσο λόγω των χωρικών αλλαγών που έχουν προκύψει στις περιοχές, όσο και της επικαιροποίησης της υφιστάμενης επιστημονικής γνώσης.
Δεν έχει ληφθεί υπόψη το Γεωπάρκο του Ψηλορείτη, καθώς και οι νεώτερες εξελίξεις στην ανασκαφική αρχαιολογική έρευνα, που έχει αυξήσει τον αριθμό των αρχαιολογικών χώρων κατακόρυφα την τελευταία 10ετία, και οι οποίοι λόγω της υποστελέχωσης και της οικονομικής δυστοκίας, κηρύσσονται με αργούς ρυθμούς και υπό την πίεση αιτήσεων αδειοδότησης επενδυτικών σχεδίων και ιδιωτικών έργων.
Σημαντική παράλειψη επίσης του σχεδίου Υπουργικής Απόφασης είναι η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στη διατήρηση της τοπικής πολιτιστικής κουλτούρας αλλά και οποιουδήποτε σχεδιασμού ανάδειξης του σημαντικού πολιτισμικού κεφαλαίου του νησιού, τόσο για τους επισκέπτες του όσο και για τους ίδιους τους κατοίκους του.
Θεωρούμε ότι ειδικά στην περίπτωση του τοπίου (σχετικό τεύχος 9), δεν έχει αξιολογηθεί επαρκώς η σημασία της Οδηγίας για το Τοπίο η οποία ορίζει ότι «το τοπίο διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο δημοσίου συμφέροντος από άποψη πολιτισμική, οικολογική, περιβαλλοντική και κοινωνική και ότι συνιστά πόρο ευνοϊκό για την οικονομική δραστηριότητα, του οποίου η προστασία, η διαχείριση και ο σχεδιασμός μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία θέσεων εργασίας…. συμβάλλει στη διαμόρφωση της τοπικής κουλτούρας και αποτελεί ένα βασικό συστατικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, συνεισφέροντας στην ανθρώπινη ευημερία και παγίωση της Ευρωπαϊκής ταυτότητας και είναι ένα σημαντικό μέρος της ποιότητας ζωής των ανθρώπων οπουδήποτε, σε αστικές περιοχές και στην ύπαιθρο, σε υποβαθμισμένες περιοχές, όπως και σε περιοχές υψηλής ποιότητας, σε περιοχές αναγνωρισμένες ως εξαιρετικού φυσικού κάλλους, όπως και σε περιοχές χωρίς ιδιαιτερότητες».
Όπως χαρακτηριστικά όμως αναφέρεται σε άρθρο των Γ. Γεμενετζή και Π. Ζαχαρός (Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Π. Θεσσαλίας, Απρίλιος 2013) «με την επικαιροποίηση των ΠΠΧΣΑΑ εγκαινιάζεται η περιφερειακή πολιτική για το τοπίο. Το τοπίο ενσωματώνεται στο σχεδιασμό με στόχο την εναρμόνιση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων με τις περιβαλλοντικές διεργασίες… οι θεσμικές ρυθμίσεις για την προστασία του τοπίου κρίνονται επαρκείς.. . Εντούτοις, υπάρχουν σημαντικά κενά και καθυστερήσεις ανάμεσα στις θεσμικές ρυθμίσεις και την υλοποίηση των πολιτικών. Χαρακτηριστικό είναι ότι η κήρυξη νέων τοπίων (για παράδειγμα μέσω των ΓΠΣ/ΣΧΟΟΑΠ) παραμένει ανενεργή από την θεσμοθέτηση του Ν. 1650/1986. Επιπλέον, οι πρόσφατες πολιτικές που ακολουθούνται -αν και κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση- είναι αποσπασματικές, καθώς η αναγνώριση των τοπίων μέσω των Μελετών Μορφολογικών Κανόνων Δόμησης και Αρχιτεκτονικής (σειρά μελετών του ΥΠΕΚΑ στις περιοχές εντός και εκτός οικισμών μέχρι 2.000 κατοίκους ανά Περιφερειακή Ενότητα), θα έπρεπε να έχει προηγηθεί της αναθεώρησης των ΠΠΧΣΑΑ ώστε να χρησιμοποιηθούν τα αποτελέσματα ως εισροές για τους χάρτες τοπίου στο σύνολο της Περιφέρειας. Τέλος, δε διαφαίνονται συγκροτημένες πολιτικές που θα προάγουν την ευαισθητοποίηση και θα ευνοούν τη συμμετοχή των πολιτών -και ιδιαίτερα των κατοίκων και χρηστών κάθε τοπίου- και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης».
5. Εκτός σχεδίου δόμηση
Στο σχέδιο Αναθεώρησης του ΠΠΧΣΑΑ προτείνεται περιορισμός της εκτός σχεδίου δόμησης για παραθεριστική κατοικία, με διοχέτευσή της κατά το δυνατόν στο δίκτυο των οικισμών και θεσπίζονται μεγαλύτερες αρτιότητες σε ευαίσθητες κατηγορίες χρήσεων (δασικές εκτάσεις, γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας, κλπ.). Η παραπάνω εκτίμηση είναι ορθή, παρόλα αυτά στο σχέδιο Υπουργικής Απόφαση δεν ορίζεται ρητώς η κατάργηση της εκτός σχεδίου και η αντιμετώπιση της αυθαίρετης δόμησης ενώ αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια των υποκείμενων χωροταξικών σχεδιασμών η κατάργηση των εν ισχύ παρεκκλίσεων αρτιότητας και κατάτμησης. Η ίδια σύγχυση ακολουθείται και στο πρότυπο εξέλιξης της τουριστικής δραστηριότητας.
6. Λατομεία
Στο σχέδιο Αναθεώρησης του ΠΠΧΣΑΑ υποστηρίζεται η μεταλλευτική δραστηριότητα και προωθείται η θεσμοθέτηση λατομικών περιοχών στα ΣΧΟΟΑΠ όπου θα θεσπίζονται χωρικοί περιορισμοί όπως μνημεία, παραδοσιακοί οικισμοί και τοπία ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους. Ο συνοδευτικός όμως χάρτης Τ2 τα λέει όλα!
Περιοχή Καντάνου: α) Ζώνη ΑΠΕ, β) Υφιστάμενη Περιοχή Αναζήτησης ΠΕΡΠΟ, γ) Θεσμοθετημένη Περιοχή Αναζήτησης Υποδοχέων Βιοτεχνίας-Βιομηχανίας γεωργικής και γενικής δραστηριότητας-Επιχειρηματικό Πάρκο τύπου Γ και δ) η μεγαλύτερη ζώνη ανάπτυξης μεταλλευτικών δραστηριοτήτων του νησιού, επιμελώς οριοθετημένη ανάμεσα στις δύο σημαντικότερες Natura 2000 των Χανίων! Η επόμενη της Χρυσοσκαλίτισσας το ίδιο, είναι μέσα στην ΠΕΡΠΟ. Των Βρυσών πέφτει στη μέση της Περιοχής Οργάνωσης Πολυδραστηριοτήτων ήπιας τουριστικής ανάπτυξης και ανάδειξης πολιτιστικών και φυσικών πόρων στους ορεινούς όγκους, της ευρύτερης ζώνης της Αργυρούπολης πέφτει σχεδόν εξολοκλήρου μέσα στη Natura του Καλλικράτη, του Λατζιμά πάνω σε μία ΠΕΡΠΟ και δίπλα σε δύο άλλες (υφιστάμενα λατομεία) καθώς και δίπλα στην ΒΙΥΠ.
Ανάμεσα Ηράκλειο-Ρέθυμνο (από Μπαλί έως τον Σκαφιδαρά) μια ακόμα ευρύτερη ζώνη που περιλαμβάνει μάρμαρα (κατά τους μελετητές) δίπλα στον ενεργειακό κόμβο και πάνω στη ζώνη αναζήτησης ΑΠΕ του Μαράθου-Αστυρακίου, όλα μέσα στο Γεωπάρκο του Ψηλορείτη! Οι άλλες δύο του Ηρακλείου πέφτουν η μία στον Κρουσσώνα μαζί με την Περιοχή Οργάνωσης Πολυδραστηριοτήτων ήπιας τουριστικής ανάπτυξης, μία ΒΙΥΠ και σχεδόν όλο το δυτικό της όριο εφάπτεται στην περιοχή Natura του Ψηλορείτη και η δεύτερη στα Πηγαϊδάκια μεταξύ Λίσταρου-Πηγαϊδακίων και Μονής Οδηγητρίας! Αν εξειδικεύσουμε, μερικές από αυτές τις περιοχές περιλαμβάνουν δάση, είναι περιοχές αναζήτησης γεωργικής γης, περνάει το μονοπάτι Ε4, είναι στις Ζώνες Τοπίου διεθνούς σημασίας κ.λπ.
15 Ιουνίου 2015
Οικολογική Παρέμβαση Ηρακλείου