28/1/10

Επαληθεύονται, δυστυχώς, όλες οι προειδοποιήσεις της ΟΠΗ για την αστοχία του φράγματος Αποσελέμη

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θέσει σαν όριο για την ολοκλήρωση των έργων στο φράγμα Αποσελέμη την 31.12.2010. Τώρα που τα έργα στο καθαυτό φράγμα του Αποσελέμη έχουν προχωρήσει αρκετά, ενώ ευτυχώς δεν έχουν ξεκινήσει ακόμα τα συμπληρωματικά έργα προσαγωγής των νερών του οροπεδίου Λασιθίου και δεδομένου ότι η αμφισβήτηση της σκοπιμότητας του φράγματος στον Αποσελέμη έχει γενικευθεί η Οικολογική Παρέμβαση Ηρακλείου θεωρεί είναι χρήσιμο να υπενθυμίσει τα συμπεράσματα της Ημερίδας που είχε πραγματοποιήσει στις 12.1.2005 στο Ηράκλειο και τα οποία φαίνεται ότι, δυστυχώς, έχουν επαληθευθεί στο σύνολό τους! Υπενθυμίζουμε επίσης την πρόσφατη επιστολή που εστάλη στην Υπουργό Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κ. Μπιρμπίλη με την οποία ζητούμε να επικρατήσει η λογική και να αναθεωρηθεί ο σχεδιασμός του έργου:


ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΕΛΕΜΗ
Θεατρικός Σταθμός - ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ – 12/1/05

1. ΣΥΝΟΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΩΝ

Τετρακόσιοι και πλέον πολίτες, παρουσία πλήθους εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης και επιστημονικών φορέων, παρακολούθησαν τις εργασίες της ημερίδας που διοργάνωσε η Οικολογική Παρέμβαση Ηρακλείου με θέμα τη σκοπιμότητα και τις επιπτώσεις από την ενδεχόμενη κατασκευή του φράγματος στον Αποσελέμη στην Ανατολική Κρήτη.

Εισηγητές ήταν κυρίως καθηγητές και ερευνητές Α.Ε.Ι. (Παν/μιο Αθηνών, Παν/μιο Πατρών, Ε.Μ.Π., Παν/μιο Θεσσαλίας, Παν/μιο Κρήτης, Πολυτεχνείο Κρήτης), ενώ πολλές παρεμβάσεις έγιναν από επιστημονικούς φορείς και εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης της Ανατολικής Κρήτης.

Στην ημερίδα αναφέρθηκαν περιληπτικά τα ακόλουθα:

1) Οι μελέτες των έργων κρίνονται, σε γενικές γραμμές, ως αναξιόπιστες, γιατί περιέχουν σημαντικά λάθη και παραλήψεις, τόσο ως προς την απολήψιμη ποσότητα υδάτων που υπερεκτιμήθηκε, όσο και ως προς τα γεωλογικά χαρακτηριστικά της περιοχής και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Με βάση την αναμενόμενη ρεαλιστική απόληψη και τη χρηματοοικονομική ανάλυση, το έργο κρίνεται ως ιδιαίτερα αντιοικονομικό. (Εισήγηση Γ. Τσακίρη.)

2) Η υλοποίηση των έργων, όπως έχουν σχεδιαστεί, θα προκαλέσει μη αναστρέψιμες, ενδεχομένως, βλάβες στους υδροφορείς και θα θέσει σε κίνδυνο την υδροδότηση οικισμών στην ευρύτερη περιοχή. (Εισηγήσεις Α. Αλεξόπουλου και Γ. Καλλέργη.) Αυτό επιβεβαιώνεται από την πρόσφατη μελέτη ιχνηθέτησης του Ι.Γ.Μ.Ε. (Ρέθυμνο, Μάϊος 2003 – δημοσιοποιήθηκε μόλις το Νοέμβριο 2004). Μεταξύ των πηγών / γεωτρήσεων που αναμένεται να επηρεαστούν είναι και αυτές που ήδη υδροδοτούν το Ηράκλειο, τον Άγιο Νικόλαο και τη Νεάπολη.

3) Από τις υδρογεωλογικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί έχει προκύψει ότι το ισοζύγιο των περισσότερων υδροφoρέων είναι ελλειμματικό λόγω υπεράντλησης, με συνέπεια την υφαλμύρωσή τους (Γούβες, Μάλια, Χερσόνησος κ.ά) ή την εξάντληση των αποθεμάτων τους (Αρκαλοχώρι κ.ά.) (Εισήγηση Γ. Καλλέργη.)

4) Το φράγμα θα θέσει σε κίνδυνο τις ζωές των κατοίκων του οικισμού Ποταμιές, που βρίσκεται ένα χιλιόμετρο κατάντι του αναχώματος του φράγματος. Η μελέτη για τις επιπτώσεις από ενδεχόμενη θραύση του φράγματος συμπεραίνει ότι υπάρχει κίνδυνος κατάκλυσης των Ποταμιών από κύματα ταχύτητας δεκάδων μέτρων ανά δευτερόλεπτο. (Εισήγηση Γ. Τσακίρη.) Περαιτέρω, το φράγμα είναι υπερδιαστασιολογημένο και δεν αναμένεται η στάθμη του νερού να φτάσει σε ικανό ύψος (ο κανονισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποκλείει κατασκευή μικρότερου φράγματος, με βάση την υπάρχουσα έγκριση συγχρηματοδότησης - βλέπε παρακάτω). Όμως αν το χωμάτινο ανάχωμα παραμείνει ως επί το πλείστον ξηρό, λόγω χαμηλής στάθμης νερού, τότε θα είναι αυξημένος ο κίνδυνος κατάρρευσης / θραύσης. Επιπλέον, λόγω γεωλογικής ιδιαιτερότητας, είναι ενδεχόμενο ότι θα υπάρξει διαφυγή υδάτων από συγκεκριμένη περιοχή της λεκάνης κατάκλυσης του φράγματος.

5) Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την κατασκευή του φράγματος θα είναι πολύ σοβαρές. Βλάπτονται καίρια περιοχές του δικτύου NATURA 2000 της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), κατά παράβαση των Οδηγιών 79/409 και 92/43 της ΕΕ. Ιδιαίτερα αρνητικά θα επηρεαστεί η ορνιθοπανίδα. (Εισήγηση Μ. Δρετάκη).

6) Το φράγμα θα καταδικάσει το Οροπέδιο Λασιθίου στην υπανάπτυξη, αφού θα του στερήσει τους επιφανειακούς υδατικούς πόρους.

7) Δεν θα λυθεί το πρόβλημα ύδρευσης του Ηρακλείου, οπότε προκύπτει και μείζον θέμα διασπάθισης πόρων. Εκτιμάται ότι το έργο θα κοστίσει τουλάχιστον 200 εκατομμύρια ευρώ.

8) Σπατάλη νερού από τη Δ.Ε.Υ.Α.Η. (Δημοτική Εταιρεία Ύδρευσης-Αποχέτευσης Ηρακλείου), που αγοράζει περίπου δεκαπέντε εκατομμύρια μ3 (κυβικά μέτρα) νερού το χρόνο και πωλεί οκτώ εκατομμύρια μ3. Δηλαδή υπάρχει απώλεια στο δίκτυο, μέχρι τους μετρητές των καταναλωτών, μεγαλύτερη του 40%. Αυτό το ποσοστό απωλειών είναι απαράδεκτα υψηλό. Επίσης, στο Ηράκλειο δεν γίνεται ανακύκλωση νερού, σε αντίθεση με τους όμορους Δήμους Χερσονήσου και Αρχανών, όπου ανακυκλώνεται το νερό για γεωργική χρήση. Διεθνώς, η ανακύκλωση ύδατος είναι πολυ διαδεδομένη πρακτική. Για παράδειγμα, στο Σαν Ντιέγκο, πόλη στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ, γίνεται ολική ανακύκλωση του νερού, το οποίο επιστρέφει έτσι στον οικιακό καταναλωτή.

9) Υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για την ύδρευση του Ηρακλείου, πολύ χαμηλότερου κόστους και πολύ μικρότερης, αν όχι μηδαμινής, περιβαλλοντικής επιβάρυνσης. Με ανάθεση της Δ.Ε.Υ.Α.Η., έχει εκπονηθεί μελετη ύδρευσης από σύστημα υδρομαστευτικών στοών στην οροσειρά της Ίδης. (Εισήγηση Δ. Μονόπωλη, και σχετική μελέτη του ιδίου.) Επίσης έχει προταθεί η αφαλάτωση, με αντίστροφη όσμωση, του νερού του ποταμού Αλμυρού – 8 χλμ. από το Ηράκλειο.

10) Η κατασκευή του φράγματος αντιβαίνει καταφανώς προς την Οδηγία 2000/60 της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για τη διαχείριση υδατικών πόρων. Συγκεκριμένα, είναι αντίθετη προς το Άρθρο 1 παρ. α,β, Άρθρο 4, παρ. 1.β, παρ. 5.α,β,γ,δ και παρ. 7.α,β,γ,δ, Άρθρο 6, Άρθρο 7 και Παράρτημα V, παρ. 2.1.2 και 2.3.2. Σημειωτέον ότι στη σύμβαση συγχρηματοδότησης του έργου από την ΕΕ CCI: 2000-GR-16-C-PE-006, 27/12/02, αναφέρεται ρητά ότι το έργο πρέπει να είναι σύμφωνο με την προαναφερόμενη Οδηγία. Τέλος, το έργο αντιβαίνει καταφανώς το Νόμο 3199/2003, Άρθρο 10, ο οποίος εναρμονίζει την Ελληνική Νομοθεσία με την Οδηγία. (Ποινικές κυρώσεις προβλέπονται από το Άρθρο 14 του Νόμου.)

11) Συμπερασματικά, το σχεδιαζόμενο φράγμα στον Αποσελέμη είναι ένα έργο άστοχο, σε αντίθεση με την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης, καταστρεπτικό από υδρογεωλογικής και περιβαλλοντικής πλευράς, το οποίο όχι μόνο δε θα λύσει το πρόβλημα ύδρευσης των Δήμων Ηρακλείου, Αγίου Νικολάου και των άλλων Δήμων της περιοχής, αλλά θα σωρεύσει επιπλέον προβλήματα, με διασπάθιση πόρων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. προχώρησε στη δημοπράτησή του στις 23/12/2004. Είναι καιρός να τεθεί οριστικά φραγμός στο έργο!


Ακολουθεί το πρόγραμμα και οι περιλήψεις των εισηγήσεων.


Το Πρόγραμμα:


17:30 Έναρξη. Χαιρετισμός από τον πρόεδρο της Οικολογικής Παρέμβασης Ηρακλείου Δρ. Μιχάλη Προμπονά.
Συντονισμός της διαδικασίας: Μανόλης Αργυράκης, δημοσιογράφος.

17:45 «Το υδρογεωλογικό καθεστώς του ορεινού συγκροτήματος της Δίκτης ως αποτέλεσμα της γεωλογικής του δομής»
Απόστολος Αλεξόπουλος, Αναπλ. Καθηγητής Υδρογεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

18:10 «Αλληλοεπίδραση υδροφόρων συστημάτων του ορεινού συγκροτήματος Δίκτη και του χειμάρρου Αποσελέμη. Επιπτώσεις από την δέσμευση των νερών του Χώνου στην ύδρευση της ευρύτερης περιοχής»
Γεώργιος Καλλέργης, τ. Καθηγητής Εφαρμοσμένης Υδρογεωλογίας Πανεπιστημίου Πατρών, τ. Διευθυντής Υδρογεωλογίας Ι.Γ.Μ.Ε.

18:30 «Παράμετροι σχεδιασμού και επικινδυνότητα του φράγματος στον Αποσελέμη»
Ερευνητική Ομάδα του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου. Επιστημονικός Υπεύθυνος: Γεώργιος Τσακίρης, Καθηγητής Διαχείρισης Υδατικών Πόρων Ε.Μ.Π. Μίλησε ο κ. Δημήτρης Τίγκας, υποψήφιος Διδάκτωρ του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου, Γεωπόνος Μηχανικός MSc.

18:50 Ερωτήσεις

19:30 «Οι επιπτώσεις του φράγματος Αποσελέμη στο φυσικό περιβάλλον»
Μιχάλης Δρετάκης, Βιολόγος - Ορνιθολόγος, Ερευνητής του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης.

19:50 «Το έργο του φράγματος στον Αποσελέμη και η υποχρέωση προστασίας του περιβάλλοντος»
Μάριος Χαϊνταρλής, Δικηγόρος, Εντεταλμένος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

20:10 Παρεμβάσεις – Συζήτηση.

21:00 Κλείσιμο ημερίδας – Επίλογος

Παρεμβάσεις έκαναν οι:

Μονόπωλης Διονύσιος, Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, Τμήμα Μηχανικών Ορυκτών Πόρων

Ανδριανή Κυλίλη – Πολυχρονάκη, Υδρογεωλόγος του Περιφερειακού Τμήματος Ι.Γ.Μ.Ε. Κρήτης

Μανόλης Βουτυράκης, Φυσικός Περιβαλλοντολόγος, Πρόεδρος Σύλλόγου Προώθησης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Επίλυσης του Ενεργειακού Κρήτης.


2. ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

Το υδρογεωλογικό καθεστώς του ορεινού συγκροτήματος της Δίκτης ως αποτέλεσμα της γεωλογικής του δομής

Απόστολος Αλεξόπουλος
Αν. Καθηγητής Υδρογεωλογίας, Γεωλογικό Τμήμα, Παν/μιο Αθηνών

Από γεωλογικής άποψης, το ορεινό συγκρότημα της Δείκτης αποτελείται από μια μεγάλη ποικιλία γεωλογικών σχηματισμών που ανήκουν σε διαφορετικές γεωτεκτονικές ενότητες-ζώνες, και οι οποίες έχουν υποστεί τη δράση αλεπάλληλων πτυχογόνων και ρηγματογόνων τεκτονικών διεργασιών. Κάθε γεωτεκτονική ενότητα συγκροτείται από συγκεκριμένες λιθολογίες που, άλλες εξ αυτών είναι υδροπερατές (π.χ. ανθρακικά πετρώματα) και άλλες αδιαπέρατες (π.χ. φλύσχης ή φυλλίτες). Οι ενότητες που απαντούν στην ορεινή μάζα της Δείκτης, από κάτω προς τα επάνω, είναι: i) η ενότητα Κρήτης – Μάνης ή ενότητα των Πλακωδών ασβεστολίθων, ii) η ενότητα των Φυλλιτών – Χαλαζιτών, iii) η ενότητα της Τρίπολης, iv) η ενότητα της Πίνδου και v) οι ενότητες των ανωτέρων τεκτονικών καλυμμάτων. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της δομής των λασηθιώτικων ορέων είναι η λεπιοειδής διάταξη των προαναφερθένων γεωτεκτονικών ενοτήτων, αποτέλεσμα των αλπικών πτυχώσεων, οι οποίες κορυφώθηκαν πριν από 25-30 εκατομμύρια χρόνια.

Ιδιαίτερη σημασία για τη διαμόρφωση των υδρογεωλογικών συνθηκών του συγκροτήματος της Δείκτης έχουν i) οι γεωλογικοί σχηματισμοί των ενοτήτων Κρήτης-Μάνης, Φυλλιτών –Χαλαζιτών και Τρίπολης, που έχουν μεγάλη επιφανειακή ανάπτυξη ii) η λεπιοειδής διάταξη των γεωτεκτονικών ενοτήτων iii) ο ρηγματογόνος τεκτονισμός και iv) οι πάσης φύσεως ασυνέχειες που κατατέμνουν τα υδροπερατά πετρώματα. Η λεπιοειδής διάταξη και ο ρηγματογόνος τεκτονισμός έχουν ως αποτέλεσμα ή την υπέρθεση υδροπερατών σχηματισμών πάνω από αδιαπέρατους σχηματισμούς, ή την υδραυλική επικοινωνία υδροπερατών σχηματισμών που ανήκουν σε διαφορετικές γεωτεκτονικές ενοτήτες. Οι πάσης φύσεως ασυνέχειες, που κατατέμνουν τα υδροπερατά πετρώματα των ενοτήτων και ιδιαίτερα τα ανθρακικά, ελέγχουν και καθορίζουν την ανάπτυξη και εξέλιξη των διαφόρων επιφανειακών καρστικών μορφών και επηρεάζουν την κατείσδυση του νερού της βροχής στα πετρώματα. Η ανάπτυξη υπόγειων καρστικών μοργών (πχ. σπηλαίων ) και η “τύχη” των νερών που κατεισδύουν στα πετρώματα καθορίζεται στη συνέχεια από τη σχέση των τεκτονικών ενοτήτων μεταξύ τους, η οποία είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη.


Αλληλεπίδραση υδροφόρων συστημάτων του ορεινού συγκροτήματος Δίκτυ και του χειμάρρου Αποσελέμη. Επιπτώσεις από την δέσμευση των νερών του Χώνου στην ύδρευση της ευρύτερης περιοχής

Γεώργιος Καλλέργης
τέως Καθηγητής Εφαρμοσμένης Υδρογεωλογίας Πανεπιστημίου Πατρών, τέως Διευθυντής Υδρογεωλογίας Ι.Γ.Μ.Ε.

Από τη μελέτη των γεωλογικών και υδρογεωλογικών συνθηκών του ορεινού συγκροτήματος «Δίκτυ» έχει προκύψει ότι το τελευταίο, μαζί με τους νεότερους γεωλογικούς σχηματισμούς αλλά και το χείμαρρο «Αποσελέμη», αποτελεί ένα ενιαίο υδραυλικό σύστημα, στο οποίο επιφανειακά και υπόγεια νερά βρίσκονται σε άμεση αλληλεξάρτηση. Οποιαδήποτε παρέμβαση στα μεν επηρεάζει άμεσα τα δε.

Στους σχηματισμούς του «Δίκτυ» αναπτύσσονται υδροφόρα συστήματα ετερογενή, η δε υπόγεια ροή λαβαίνει χώρα σε διαφορετικά μεν επίπεδα αλλά που κατευθύνονται μέσα από διαφορετικά μονοπάτια προς τα ίδια, σε μεγάλο βαθμό, σημεία εξόδου (πηγές, γεωτρήσεις, πηγάδια, υδροφόρα νεότερων σχηματισμών, θάλασσα).

Το οροπέδιο, και ιδιαίτερα μέσω της καταβόθρας του Χώνου, συμβάλλει ουσιωδώς στην τροφοδοσία τόσο των υδροφόρων συστημάτων αλλά και των πηγών (π.χ. πηγές Κασταμονίτσας) της ευρύτερης περιοχής, όσο και του Αποσελέμη, όπως άλλωστε απέδειξε πρόσφατη πειραματική έρευνα του ΙΓΜΕ.

Από τα πιο πάνω υδροφόρα υδρεύονται μια σειρά Δήμων του Νομού Ηρακλείου (περιοχές Καστελίου-Γερακίου-Νιπιδιτού, Παναγιάς, Εμπάρου, Βιάνου, Μαλίων, Γουβών, Χερσονήσου κ. ά.) και εν μέρει το ίδιο το Ηράκλειο αλλά και ο Άγιος Νικόλαος.

Από τις υδρογεωλογικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί έχει προκύψει ότι το ισοζύγιο των περισσότερων υδροφόρων είναι ελλειμματικό λόγω υπεράντλησής τους με συνέπεια την υφαλμύρωσή τους (Γούβες, Μάλια, Χερσόνησος κ.ά) ή την εξάντληση των αποθεμάτων τους (Αρκαλοχώρι κ.ά.)

Με τη σύλληψη των νερών του Χώνου και του Αποσελέμη για την υδροδότηση του Ηρακλείου επιχειρείται η αφαίρεση σημαντικού μέρους του νερού που εμπλουτίζει τα πιο πάνω υδροφόρα συστήματα Το αποτέλεσμα θα είναι η, σε μεγάλο βαθμό, ποσοτική και ποιοτική υποβάθμιση των τελευταίων, πιθανή πρόκληση λειψυδρίας σε κάποιες από τις προαναφερθείσες περιοχές αλλά και η μη οριστική επίλυση του προβλήματος ύδρευσης του Ηρακλείου δοθέντος ότι ήδη σημαντικές ποσότητες από το νερό ύδρευσής του προέρχεται από την περιοχή Μαλίων, Θραψανού, Καστελίου κ.ά. Δεσμεύοντας δε τα νερά του Χώνου αφαιρείται σημαντική ποσότητα νερού από την απορροή του Αποσελέμη η οποία όμως έχει υπολογιστεί ότι θα ταμιευτεί στο φράγμα (δηλαδή υπολογίζεται δυο φορές).

Πέρα όμως από τα πιο πάνω θα υπάρξουν εξαιρετικά δυσμενείς επιπτώσεις στα παράκτια οικοσυστήματα του Αποσελέμη αλλά και θα μειωθεί σημαντικά η τροφοδοσία των υδροφόρων κατάντι του Σφενδυλίου.

Οι πιο πάνω δράσεις, δηλαδή η δέσμευση των νερών του Χώνου και η κατασκευή του φράγματος στο «Σφενδύλi» και οι συνακόλουθες συνέπειες βρίσκονται επιπλέον και σε πλήρη αναντιστοιχία με την Οδηγία 2000/60/ΕΚ (Άρθρα 4, και ιδιαίτερα παρ.b και Άρθρα 6 και 7) και το Νόμο 3199/9-12-2003 ( Άρθρο10).


Παράμετροι σχεδιασμού και επικινδυνότητα του φράγματος στον Αποσελέμη

Γεώργιος Τσακίρης
Καθ. Διαχείρισης Υδατικών Πόρων Ε.Μ.Π., Διευθυντής του Εργαστηρίου Εγγειοβελτιωτικών Έργων και Διαχείρισης Υδατικών Πόρων Ε.Μ.Π., Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Υδατικών Πόρων

Το σύστημα των Έργων στον Αποσελέμη και το Οροπέδιο Λασιθίου, όπως πρόκειται να υλοποιηθεί, αντίκειται στις σύγχρονες βασικές αρχές της Διαχείρισης Υδατικών Πόρων που συνοπτικά διατυπώνονται ως εξής:

• ήπια εκμετάλλευση των υδατικών πόρων

• έργα με το ελάχιστο περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος

• προστασία των υδατικών συστημάτων και του περιβάλλοντος

• συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων στη λήψη των αποφάσεων για την επίτευξη της μέγιστης δυνατής συνεννόησης.

Το έργο, όπως υλοποιείται, εκμεταλλεύεται ληστρικά του πόρους, δεν σέβεται το περιβάλλον και βάζει σε κίνδυνο υδατικά συστήματα αλλά και ανθρώπινες ζωές.

Ειδικότερα η εργασία επικεντρώνεται στα ακόλουθα θέματα:

Παροχές εισροής

Αποδεικνύει ότι είναι σημαντικά μικρότερες από αυτές που έχουν εκτιμηθεί από τους μελετητές.

Απόδοση των έργων

Αποδεικνύει ότι η εγγυημένη ετήσια απόδοση είναι μικρότερη και των 13.5Μm3. Από την ποσότητα αυτή θα υδρευθεί το Ηράκλειο, ο Άγιος Νικόλαος και η βόρεια παραλιακή ζώνη.

Οικονομική Ανάλυση

Από την χρηματοοικονομική ανάλυση, με βάση ιδιαίτερα ευνοϊκές παραδοχές και αξιοποιούμενο ετήσιο όγκο 22Μm3 , το σύστημα των έργων είναι μη αποδοτικό. Για μικρότερες ποσότητες που είναι πιο ρεαλιστικές το έργο κρίνεται εντελώς μη αποδοτικό.

Επικινδυνότητα θραύσης φράγματος - κατάκλυση Ποταμιών

Η μελέτη για τις επιπτώσεις από ενδεχόμενη θραύση του φράγματος συμπεραίνει ότι υπάρχει κίνδυνος κατάκλυσης των Ποταμιών και προτείνει μεταξύ άλλων την μετεγκατάσταση του οικισμού σε υψηλότερα υψόμετρα. Στην πραγματικότητα ο κίνδυνος για τις Ποταμιές είναι πολύ μεγαλύτερος. Όχι μόνο υπάρχει κίνδυνος κατάκλυσης από ενδεχόμενη θραύση, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι σε τέτοιο ενδεχόμενο οι Ποταμιές θα εξαφανιστούν αν δεχθούν κύματα ταχύτητας δεκάδων μέτρων ανά δευτερόλεπτο. Η εργασία παρουσιάζει συγκριτικά τα μεγέθη της προσομοίωσης της θραύσης και της διόδευσης του κύματος. Παρά το γεγονός αυτό, καμία μέριμνα δεν έχει ληφθεί για τον οικισμό.

Συμπεράσματα

• Οι παροχές εισροής στο σχεδιασμένο ταμιευτήρα όπως έχει σχεδιαστεί είναι μη ρεαλιστικές (αντί των 27.8 Μm3 εισροής αναμένονται περίπου 18.5 Μm3)

• Η εγγυημένη απόληψη από το έργο είναι μικρότερη και από τα 13.5 Μm3 που είχαμε υποστηρίξει το 2002. Από αυτή την απόληψη πρέπει να εξυπηρετηθούν οι πόλεις του Ηρακλείου και του Αγ. Νικολάου καθώς και η Βόρεια Παραλιακή ζώνη

• Με βάση τη χρηματοοικονομική ανάλυση το έργο όπως προωθείται, αλλά και με την αναμενόμενη ρεαλιστική απόληψη, είναι ιδιαίτερα αντιοικονομικό

• Το σύστημα των έργων αδικεί κατάφορα το Οροπέδιο από πλευράς ανάπτυξης, αφού δεσμεύει όλους τους επιφανειακούς υδατικούς πόρους και θέτει σε κίνδυνο το υδατικό ισοζύγιο της περιοχής και ευρύτερα το περιβάλλον

• Ο κίνδυνος για τον οικισμό Ποταμιές από το ενδεχόμενο θραύσης του φράγματος είναι μεγάλος, επομένως απαιτείται η μετεγκατάσταση τμήματος του οικισμού σε μεγαλύτερο υψόμετρο

• Το έργο όπως σχεδιάζεται να υλοποιηθεί μόνο κατ΄ ευφημισμό μπορεί να θεωρηθεί περιβαλλοντικό, όπως έχει χαρακτηριστεί.


Οι Επιπτώσεις του Φράγματος Αποσελέμη στο φυσικό Περιβάλλον


Μιχάλης Δρετάκης
MSc, Βιολόγος-Ορνιθολόγος,
Υποψήφιος Διδάκτωρ του Παν. Κρήτης
Ερευνητής Μoυσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης

Αν ξεκινήσει κανείς να θέσει ερωτήματα για τις επιπτώσεις ενός έργου στο φυσικό περιβάλλον θα πρέπει να συνεκτιμήσει τέσσερα βασικά πράγματα:

α) ποια η κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος στην περιοχή του έργου και την ευρύτερη, επηρεαζόμενη από το έργο, περιοχή,

β) τι επιπτώσεις προκύπτουν στη φάση κατασκευής,

γ) τα επανορθωτικά μέτρα, που πρέπει να παρθούν και

δ) τις όποιες θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον, στην περιοχή και ευρύτερα, κατά τη λειτουργία του έργου.

Αυτά τα θέματα πρέπει να είναι η κύρια αποστολή των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ), που επιπλέον θα πρέπει να αφορούν το σύνολο του έργου και όχι να αφορούν τμήματα αυτού, όπως δυστυχώς συχνότατα συμβαίνει με τα δημόσια έργα στη χώρα μας, του φράγματος Αποσελέμη μη εξαιρουμένου. Πέρα από τη συχνή ανεπάρκεια αυτών των ΜΠΕ το αποτέλεσμα είναι η κατ’ ουσία μη απόδοση ουσιαστικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων στην μεγάλη πλειοψηφία των δημόσιων αλλά και των ιδιωτικών έργων και η συνεχιζόμενη υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος, ιδιαίτερα στην Κρήτη. Ένα άλλο μεγάλο θέμα είναι ποιος τελικά κρίνει τις ΜΠΕ και αν ο τυχόν συμβουλευτικός ρόλος δημοσίων ιδρυμάτων, όπως το Πανεπιστήμιο Κρήτης, όταν αυτός ζητείται, παίζει κάποιο ρόλο στια αποφάσεις της διοίκησης.

Βλέποντας συγκεκριμένα την περίπτωση του Αποσελέμη θα πρέπει να συνεκτιμηθούν όλα τα παραπάνω για να μη γίνει μια πρόχειρη εκτίμηση. Δυστυχώς αυτού του είδους η εκτίμηση έχει γίνει στις ΜΠΕ που αφορούν το έργο…

Προσωπικά ασχολούμενος για πολλά χρόνια, στο επίπεδο διδακτορικής διατριβής, για την πανίδα και ειδικότερα την ορνιθοπανίδα των τεχνητών υγροτόπων (φραγμάτων και λιμνοδεξαμενών) της Κρήτης και έχοντας την Επιστημονική Επίβλεψη του Προγράμματος LIFE 2000 / 685 της ΕΕ για τους Μεσογειακούς Υγρότοπους και τις Τεχνητές Υδατοσυλλογές της Κρήτης πιστεύω ότι τα περισσότερα έργα που έχουν ήδη γίνει και γίνονται και αφορούν φράγματα αποβαίνουν τελικά θετικά στο ισοζύγιο περιβαλλοντικών ζημιών – οφελών. Έτσι οι νέες τεχνητές λίμνες αναδεικνύονται σε περιοχές μεγάλης σημασίας για την άγρια ζωή και για προστατευόμενα πτηνά και άλλα ζώα, ενώ μπορούν να συμβάλλουν, όταν γίνεται λογική χρήση, στην οικονομία του νερού στο νησί και στην βιώσιμη διαχείρισή του. Το ερώτημα είναι αν μπορεί να συμβεί κάτι ανάλογο στην περίπτωση του Αποσελέμη. Φοβάμαι πως όχι. Το φράγμα του Αποσελέμη ξεπερνά κατά πολύ την περιοχή της Λαγκάδας και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις στην όμορφη αυτή κοιλάδα και τους οικισμούς της.

Το ίδιο το φράγμα, ιδιαίτερα μεγάλο σε ύψος, δεν μπορεί να δώσει την, αναμενόμενη από την ΜΠΕ, μεγάλης οικολογικής αξίας τεχνητή λίμνη, λόγω της τεράστιας διαφοράς χειμέριας και θερινής στάθμης. Αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί με μικρής κλίμακας έργα εντός της περιοχής κατάκλισης τα οποία όμως δεν προβλέπονται ούτε ως περιβαλλοντικοί όροι. Ένα φράγμα μικρότερης κλίμακας (ύψος, λεκάνη κατάκλισης) θα ήταν σίγουρα φιλικότερο περιβαλλοντικά. Ακόμα και αν τελικά δεχτούμε ότι θα δημιουργηθεί ένας τεχνητός υγρότοπος με κάποια σημασία για διαχειμάζοντα ή μεταναστεύοντα είδη πτηνών θα πρέπει να συνεκτιμηθούν οι υπόλοιπες επιπτώσεις για να βρεθεί το περιβαλλοντικό ισοζύγιο.

Και είναι οι υπόλοιπες επιπτώσεις που είναι πολύ σοβαρές και βλάπτουν καίρια περιοχές του δικτύου NATURA 2000. Ειδικότερα, βλάπτουν την περιοχή Ειδικής Προστασίας για την Ορνιθοπανίδα στη βορειοδυτική οροσειρά της Δίκτης (κυρίως το Γωνιανό φαράγγι, και τη δασική περιοχή της Αμπέλου) καθώς και οικότοπους προτεραιότητας για προστασία με βάση την οδηγία 92/43 της Ευρωπαίκής Ένωσης (Μεσογειακά Εποχιακά Τέλματα στην ζώνη «πλημμυρών» του Oροπεδίου). Τα έργα που θα γίνουν για να διοχετεύσουν το «πλεονάζον» νερό του Οροπεδίου στο φράγμα, όπως κανάλια αποστράγγισης στην περιοχή Μονής Βιδιανής, τούνελ, σωλήνες και περιμετρικοί δρόμοι μέσα στο φαράγγι Γωνιών, φαίνoνται με την πρώτη ματιά να βλάπτουν πολύ περισσότερο την πανίδα και τη χλωρίδα της περιοχής, αλλά και την αισθητική του τοπίου, από όσο το φράγμα αυτό καθαυτό. Είδη πτηνών της οδηγίας 79/409, κάποια από αυτά, προτεραιότητας για προστασία στην Ε.Ε βλάπτονται άμεσα από τα έργα. Και πάλι όλες αυτές οι προφανείς επιπτώσεις δεν αξιολογούνται, ούτε καν περιγράφονται στις Μ.Π.Ε.

Πολλά ακόμη θέματα όπως η σημασία του πλεονάζοντος χειμερινού νερού και χιονιού για την παραγωγικότητα και την εδαφολογική σύσταση στο οροπέδιο του Λασιθίου, οι επιπτώσεις από παράλληλα έργα (δρόμοι, χώροι απόθεσης μπαζών, απόληψης υλικών) δεν αξιολογούνται καθόλου ή ανεπαρκώς από τις Μ.Π.Ε.

Τέλος τα μέτρα που προβάλλονται ως επανορθωτικά, αφορούν σχεδόν αποκλειστικά τις εκβολές του Αποσελέμη, ένα μικρό αλλά μοναδικό για την Κρήτη βιότοπο. Ακόμα και αν γίνουν αυτά τα μέτρα πράξη, κάτι για το οποίο η εμπειρία μας κάνει να έχουμε πολλές αμφιβολίες, είναι μια ελάχιστη συμβολή σε σχέση με την ζημιά στο φυσικό περιβάλλον που θα προκύψει από το έργο, αν αυτό τελικά γίνει στο σύνολό του.

Το ζήτημα που θέτω καταλήγοντας και μιλώντας γενικότερα είναι το ερώτημα:

Γιατί δυστυχώς οι μελετητές, στην πλειονότητα των περιπτώσεων των έργων, δεν είναι ειλικρινείς με τον εαυτό τους και τους συνανθρώπους τους παρουσιάζοντας την ωμή αλήθεια των περιβαλλοντικών συνεπειών αλλά σχεδόν πάντα ωραιοποιούν τις καταστάσεις; Επιπλέον οι τυχόν περιβαλλοντικοί όροι, είτε ανεπαρκείς είτε ανεφάρμοστοι λόγω ελλείψεως κονδυλίων, γιατί να μην εφαρμόζονται από τη φάση κατασκευής των έργων, όταν αυτό είναι δυνατόν; Και στη συγκεκριμένη περίπτωση του Αποσελέμη αυτό είναι δυνατόν. Όπως είναι ακόμη δυνατόν να αλλάξει η λογική του έργου ύδρευσης της πόλης του Ηρακλείου και της υπόλοιπης παραλιακής ζώνης του νομού προς μια διαφορετική κατεύθυνση φιλικότερη προς τις αρχές της βιωσιμότητας.


Το έργο του φράγματος στον Αποσελέμη και η υποχρέωση προστασίας του περιβάλλοντος

Μάριος Χαϊνταρλής
Δικηγόρος, εντεταλμένος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Οι επιπτώσεις, περιβαλλοντικές και κοινωνικές, από το έργο του Φράγματος στον Αποσελέμη είναι, κατά κοινή σχεδόν ομολογία, σημαντικές και βεβαίως μη αντιστρεπτές. Η κατάκλυση μιας ολόκληρης κοιλάδας ιδιαίτερης περιβαλλοντικής αξίας, η εκρίζωση 70.000 περίπου δένδρων, η κατάκλυση του οικισμού Σφεντυλίου, η εξαφάνιση στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς, η ανεπανόρθωτη υποβάθμιση των υδροφόρων οριζό­ντων μιας ολόκληρης πεδιάδας, η πρόκληση κιν­δύνου από τη λειτουργία του φράγματος για ένα σημαντικό οικιστικό τμήμα, συνιστούν αναμφίβολα επιπτώσεις τις οποίες ουδείς μπορεί να αγνοήσει.

Λαμβάνοντας υπόψη από τη μια τις επιπτώσεις αυτές και από την άλλη το γεγονός ότι αφενός τα υδρολογικά στοιχεία δεν δικαιολογούν τη σκοπιμότητα του συγκεκριμένου έργου αφετέρου δε ότι δεν εξαντλήθηκε η εξέταση εναλλακτικών λύσεων για την υδροδότηση των πόλεων του Ηρακλείου και Αγίου Νικολάου, τίθεται αυτόματα το ερώτημα της συμβατότητας του επίμαχου έργου με την περιβαλλοντική νομοθεσία.

Υπό το φως των ανωτέρω, από μια γενική σκοπιά το σχεδιαζόμενο έργο δεν δικαιολογεί -μολονότι αυτό θα έπρεπε να προκύπτει με απολύτως σαφή τρόπο- τον σκοπό δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος είναι αναγκαίο να πληρούται για την πραγματοποίηση μεγάλων δημόσιων έργων. Παράλληλα η πραγματοποίηση του έργου αυτού παρουσιάζει σημαντικά νομικά προβλήματα από τη σκοπιά της εθνικής και κυρίως της κοινοτικής νομοθεσίας.

Τα σοβαρά νομικά προβλήματα που εμφανίζει το επίμαχο έργο συνδέονται από τη μια με την Οδηγία 92/43, δεδομένου ότι επηρεάζει τμήμα του όρους Δίκτη, ενταγμένο στο Δίκτυο “ΝΑΤURA 2000” και από την άλλη με την Οδηγία 2000/60 για τους υδατικούς πόρους. Η παραβίαση της τελευταίας απορρέει από τη μη εκπόνηση μέχρι σήμερα Σχεδίου Διαχείρισης για τους υδατικούς πόρους της Κρήτης, όπως και από το πραγματικό γεγονός της πρόκλησης συνεπειών μη ανεκτών από τις προβλέψεις και κατευθύνσεις της Οδηγίας αυτής. Είναι, άλλωστε, γνωστό ότι κατά την κοινοτική νομολογία, ακόμη και αν δεν έχει υπάρξει εναρμόνιση μιας εθνικής νομοθεσίας προς κοινοτική Οδηγία, μολαταύτα τα κράτη-μέλη οφείλουν να απέχουν από ενέργειες, όπως αυτή της πραγματοποίησης του συγκεκριμένου έργου, οι οποίες αντιστρατεύονται τους στόχους της Οδηγίας.

Τέλος, το έργο του φράγματος στον Αποσελέμη λανθασμένα θεωρείται ως έργο περιβαλλοντικό, ήτοι ως ένα έργο διαχείρισης των υδατικών πόρων, και τυγχάνει στη βάση αυτή χρηματοδότησης από το Ταμείο Συνοχής. Ένα έργο που προκαλεί τόσες περιβαλλοντικές επιπτώσεις ούτε ως περιβαλλοντικό μπορεί νομικά να χαρακτηριστεί ούτε ως έργο βέλτιστης διαχείρισης των υδατικών πόρων.


Πρόταση εκμετάλλευσης υδροφορέα πηγών Αλμυρού Ηρακλείου (Κρήτη) μέσω υδρομαστευτικής στοάς


Δ. Μονόπωλης – Μ. Κλειδοπούλου (*)

Οι προτάσεις του ερευνητικού έργου συνεργασίας της Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης – Αποχέτευσης Ηρακλείου (ΔΕΥΑΗ) και του Πολυτεχνείου Κρήτης με τίτλο "Ύδρευση Ηρακλείου: Αξιοποίηση πηγών Αλμυρού ποταμού" (εκτέλεση 1993-97), περιλαμβάνουν:

α) Την συνέχιση εκτέλεσης υδρογεωτρήσεων για την ανεύρεση νέων πόρων νερού στις ευρύτερες περιοχές των Επαρχιών Μαλεβιζίου και Τεμένους (βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη λύση), και

β) Την εξόρυξη υδρομαστευτικής στοάς ανάντη των πηγών Αλμυρού και εκείθεν των ζωνών υφαλμύρωσης (οριστική και μακροπρόθεσμη λύση του υδρευτικού προβλήματος του ευρύτερου Δήμου Ηρακλείου και των ομόρων οικισμών).

Το πρώτο σκέλος της πρότασης ήδη ευρίσκεται σε επιτυχή εφαρμογή, κατά τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να έχει αντιμετωπισθεί σε επαρκή αλλά όχι ακόμη σε ικανοποιητικό βαθμό η λειψυδρία που άλλοτε μάστιζε την πόλη Ηρακλείου, ενώ το δεύτερο σκέλος της πρότασης αποτελεί προγενέστερη ιδέα (1969), της οποίας τα επιστημονικά κριτήρια επιτυχίας θεμελιώθηκαν με βάση τις διαπιστώσεις του παραπάνω ερευνητικού έργου συνεργασίας ΔΕΥΑΗ και Πολυτεχνείου Κρήτης.

(*) Πολυτεχνείο Κρήτης – Τμήμα Μηχανικών Ορυκτών Πόρων