10/9/21

Οι απόψεις της ΟΠΗ για τα νέα έργα αποθήκευσης ενέργειας στην Κρήτη

Η Οικολογική Παρέμβαση Ηρακλείου κατέθεσε τις απόψεις της στην Περιφέρεια Κρήτης και την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Κρήτης για τρία πολύ μεγάλα έργα που βρίσκονται σε διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης. 

Πρόκειται για: 

Δύο έργα αποθήκευσης ενέργειας (ΚΑΜΠΗΕ) στην Αγία Τριάδα Σητείας, σε θέση όπου παλιότερα προγραμματιζόταν ηλιοθερμικός σταθμός και ειδικότερα το πρώτο στις θέσεις «Κεφάλι» και «Βιτσιλιά» και το δεύτερο στις θέσεις «Μοσχολιό» και «Βιτσιλιά Νότιο». Καθένα από τα δύο αυτά έργα περιλαμβάνει συσσωρευτές ισχύος 93 MW και φωτοβολταϊκούς σταθμούς ισχύος 60 MW και αναπτύσσεται σε περίπου 1200 στρέμματα, χαρακτηρισμένα κατά το μεγαλύτερο μέρος τους ως χορτολιβαδικές εκτάσεις και ως προς τη χρήση γης βοσκότοποι. 

Ένα υβριδικό έργο στα Αστερούσια, νότια των οικισμών Άνω και Κάτω Καστελλιανά, που αποτελείται από αιολικό σταθμό ισχύος 8 ΜW, φωτοβολταϊκούς σταθμούς ισχύος 39,95 MW και συσσωρευτές ισχύος 22 MW και αναπτύσσεται σε σχεδόν 2000 στρέμματα. 

Θεωρούμε ότι δεν θα πρέπει να προχωρήσει η περεταίρω αδειοδότηση των έργων αυτών και ότι η Περιφέρεια Κρήτης θα πρέπει να παρέμβει ενεργά έτσι ώστε τα έργα αποθήκευσης, που υποσύνολό τους είναι τα υβριδικά έργα, να μην αποτελέσουν ένα νέο κύκλο ενεργειακών έργων που θα δεσμεύουν τη γη, θα κατακερματίσουν τα οικοσυστήματα και το κρητικό τοπίο και θα λειτουργήσουν ανταγωνιστικά στις παραγωγικές δραστηριότητες. 


α) Έργα αποθήκευσης

Στη χώρα μας σήμερα δεν υπάρχει ολοκληρωμένο θεσμικό και ρυθμιστικό πλαίσιο για την ανάπτυξη και συμμετοχή μονάδων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας. Η διαμόρφωση του πλαισίου αυτού που βρίσκεται σε εξέλιξη, περιλαμβάνει σημαντικές παραμέτρους που επηρεάζουν τόσο το πλήθος όσο και τις θέσεις ανάπτυξης τέτοιων σταθμών.

Το ΥΠΕΝ είχε συστήσει Ομάδα Διαχείρισης Έργου (ΟΔΕ) για να μελετήσει το πλαίσιο ανάπτυξης έργων αποθήκευσης και η έκθεσή της παραδόθηκε τον Ιούλιο του 2021. Η κυβέρνηση θα νομοθετήσει μετά από την έγκριση των προτάσεών της από την ΕΕ. 

Σύμφωνα με την ΟΔΕ οι ανάγκες αποθήκευσης στο ελληνικό διασυνδεδεμένο σύστημα είναι δυναμικότητας 2000-3000 MW, συμπεριλαμβανομένων των υφιστάμενων σταθμών αντλησιοταμίευσης. Όμως, στη ΡΑΕ έχουν υποβληθεί αιτήσεις για περισσότερα από 9000 MW, με το μεγαλύτερο μέρος τους να έχει ήδη μετατραπεί σε άδειες παραγωγής

Στην Κρήτη οι άδειες παραγωγής για έργα αποθήκευσης που συνδυάζουν αιολικά ή φωτοβολταϊκά με συσσωρευτές ή και αντλησιοταμίευση, είναι 880,94 MW με ισχύ αποθήκευσης 758,93 MW. 

Πρόκειται για δυναμικότητες που είναι βέβαιο ότι δεν αναλογούν στην Κρήτη. Η αδειοδότησή τους θα διαιωνίσει αυτό που ήδη συμβαίνει εδώ και μια δεκαετία με τους υβριδικούς σταθμούς, που ενώ πολλοί από αυτούς αδειοδοτήθηκαν και περιβαλλοντικά, δεν υλοποιήθηκαν για τον λόγο ότι δεν υπήρχε θεσμικό πλαίσιο για την υλοποίησή τους. Όμως, η γη δεσμεύτηκε και η προοπτική υλοποίησής τους επηρέασε ανασταλτικά τις τοπικές κοινωνίες στην προοπτική εξέλιξής τους.


β) Υβριδικά έργα

Στις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) των έργων αναφέρεται ότι αυτά έχουν σκοπό την ενίσχυση της ηλεκτροπαραγωγής στο μη διασυνδεδεμένο σύστημα της Κρήτης. Όπως είναι γνωστό, για πολλά χρόνια η προοπτική των υβριδικών σταθμών ήταν συνδεδεμένη με την προοπτική ενός αυτόνομου ηλεκτρικού συστήματος της Κρήτης, κάτι που πλέον δεν ισχύει με την υλοποίηση των δύο έργων ενεργειακής διασύνδεσης που συνδέουν το νησί με το ηπειρωτικό σύστημα. Το 2023 η Κρήτη θα πάψει να είναι «μη διασυνδεδεμένο νησί». Δεν είναι λοιπόν, δυνατόν η Κρήτη να αντιμετωπίζεται ταυτόχρονα και ως μη διασυνδεδεμένο και ως συνδεδεμένο νησί και να αδειοδοτούνται και υβριδικά έργα και έργα αποθήκευσης.

Εξ άλλου και η έκθεση της ΟΔΕ του ΥΠΕΝ εξετάζει τους υβριδικούς σταθμούς ως σταθμούς αποθήκευσης αποκλειστικά στα μη διασυνδεδεμένα νησιά και εντάσσει στα έργα αποθήκευσης ως κατηγορία, τους σταθμούς που ήταν μέχρι πρότινος νοητοί στην Κρήτη ως υβριδικοί. 

Επιπλέον η ΡΑΕ έχει αναθέσει μελέτη για τη «Διερεύνηση του νέου τρόπου λειτουργίας, των αναγκαίων εφεδρειών ισχύος, των περιθωρίων εγκατάστασης νέων μονάδων διεσπαρμένης παραγωγής στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας της Κρήτης σε συνέχεια της διασύνδεσης το με το ηπειρωτικό σύστημα». Στη μελέτη αυτή θα εκτιμηθούν τα επιπλέον περιθώρια ένταξης και λειτουργίας αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών, αλλά και υβριδικών σταθμών και λοιπών συστημάτων παραγωγής.


γ) Περιβαλλοντικά, χωροταξικά και αναπτυξιακά θέματα

Από τις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων προκύπτει ότι τα τρία έργα αποτελούν εκτεταμένες βιομηχανικές περιοχές που προσομοιάζουν με ηλιοθερμικούς σταθμούς, με εκατοντάδες κοντέινερς να καταλαμβάνουν χώρους χιλιάδων στρεμμάτων σε βοσκοτόπια και αγροτική γη. Οι θέσεις τους δεσπόζουν σε τοπία σε μεγαλύτερα υψόμετρα από αυτά των οικισμούς, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από τους οικισμούς. 

Η αδειοδοτική διαδικασία δεν έχει αντιμετωπίσει μέχρι σήμερα τέτοιας έκτασης εγκαταστάσεις συσσωρευτών, σε διάσπαρτη χωροθέτηση και μάλιστα σε δασικές εκτάσεις και θα πρέπει να το κάνει πριν προχωρήσουν οι περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις.

Η εγκατάσταση των έργων θα προκαλέσει μεγάλες αλλοιώσεις στο ανάγλυφο. Αυτό συνεπάγεται σοβαρούς κινδύνους από την ερημοποίηση, που αποτελεί μεγάλο κίνδυνο για την Κρήτη και ειδικά για τις περιοχές των έργων. Επίσης θα επηρεάσουν το μικροκλίμα των περιοχών εγκατάστασης, κάτι που μπορεί να μην αποδέχονται οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, αλλά επισημαίνεται σε αναφορά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις επιπτώσεις των φωτοβολταϊκών σταθμών στους οικοτόπους και τις αγροτικές περιοχές (POTENTIAL IMPACTS OF SOLAR, GEOTHERMAL AND OCEAN ENERGY ON HABITATS AND SPECIES PROTECTED UNDER THE BIRDS AND HABITATS DIRECTIVES – Σεπτέμβριος 2020).

Οι περιοχές εγκατάστασης είναι από τις πλέον αδιατάρακτες της Κρήτης και γειτνιάζουν με περιοχές του Δικτύου NATURA 2000. Επιπλέον υπάρχουν σε αυτές είδη που προστατεύονται από την εθνική νομοθεσία ως ενδημικά. Για τον λόγο αυτό και επειδή σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία τα προστατευτέα είδη προστατεύονται οπουδήποτε και αν βρίσκονται, και όχι μόνο μέσα στις περιοχές του Δικτύου NATURA 2000, το ελάχιστο που θα έπρεπε να γίνει θα ήταν να εκπονηθούν Μελέτες Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης για να διερευνηθεί η πραγματική κατάσταση των περιοχών πριν προχωρήσει οποιαδήποτε αδειοδότηση.

Κατά τις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων η υλοποίηση των έργων δεν προκαλεί αλλαγή των χρήσεων γης και συνάδει με το Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο. Στην πραγματικότητα το Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο, προστατεύει τις γεωργικές και δασικές εκτάσεις, τους φυσικούς και πολιτιστικούς πόρους και το τοπίο, που τα έργα αυτά θέλουν να υποκαταστήσουν, κάτι που δεν αναφέρεται και δεν αξιολογείται καθόλου από τις ΜΠΕ.

Επίσης, σύμφωνα με τις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, στις περιοχές αυτές δεν υπάρχει άλλη αναπτυξιακή προοπτική, δεν υπάρχουν προγράμματα, σχέδια ή έργα οικονομικής ανάπτυξης και δεν αναμένονται αλλαγές στους παραγωγικούς κλάδους, ούτε απώλεια θέσεων εργασίας. Συνάγεται λοιπόν ότι δεν έχουν ληφθεί υπ’ όψη ούτε οι προβλέψεις και οι προτεραιότητες του Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου, ούτε αυτές του Στρατηγικού Σχεδίου της Περιφέρειας Κρήτης 2020 -2023, αλλά ούτε και οι στόχοι που προκύπτουν από τη ένταξη των Αστερουσίων στο Παγκόσμιο Δίκτυο Αποθεμάτων Βιόσφαιρας της UNESCO (MaB), σε ότι αφορά στο τρίτο από τα υπό αδειοδότηση έργα.

Η ανησυχία μας είναι μεγάλη διαπιστώνοντας ότι εκτός από την σπατάλη ενέργειας που συνεχίζει να αυξάνεται παρά τις εξαγγελίες για στόχους εξοικονόμησης, αυξάνεται και η σπατάλη φυσικού και κοινωνικού κεφαλαίου και μάλιστα στο όνομα της προστασίας του περιβάλλοντος.


Ηράκλειο, 10 Σεπτεμβρίου 2021

Οικολογική Παρέμβαση Ηρακλείου

Φωτογραφία από το www.clean-energy-ideas.com